*Γράφει ο Παναγιώτης Πεντζουρίδης, Δημοσιογράφος – Γενικός Διευθυντής του Θρακικού Πρακτορείου Ειδήσεων
Η σημερινή επίσκεψη του Αλβανού Πρωθυπουργού Εντι Ράμα στην Αθήνα, θα μπορούσε να μην αποτελέσει την είδηση της ημέρας, αν δεν είχαν προηγηθεί όλες οι καθεστωτικές συμπεριφορές εις βάρος της ελληνικής μειονότητας στη Βόρειο Ηπειρο και η συνεχιζόμενη προκλητική φυλακιση του εκλεγμένου Δημάρχου Χειμάρας Φρέντι Μπελέρι.
Διπλωματικά η Αθήνα φαίνεται να μη δημιουργεί θέμα σοβαρό στον Αλβανό Πρωθυπουργό, που σημαίνει ότι η “χλιαρή” αυτή στάση μάλλον έχει επιβληθεί απο “άνωθεν” πολιτικές δυνάμεις εντός και εκτός Ευρώπης.
Διότι σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα είναι μία Δημοκρατική χώρα, είναι η χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία ως θεσμό και πολίτευμα όμως, άλλο η Δημοκρατικά συντεταγμένη χώρα και άλλο η ανοχή σε παράνομες και καταχρηστικές πολιτικές μιας άλλης χώρας, η οποία ζητά και παίρνει το δικαίωμα να έχει παρουσία στο εσωτερικό σου, χωρίς να κινείται εκείνη Δημοκρατικά και θεσμικά απέναντι στις υποχρεώσεις της.
Το ότι δεν δόθηκε άδεια για συγκέντρωση στο Σύνταγμα και δόθηκε στο Γαλάτσι, αντιλαμβάνομαι όπως και εσείς, ότι πρόκειται περι μιας… “αστείας διαχείρισης” της επίσκεψης Ράμα, που θέλει να δει τους ψηφοφόρους ομοεθνείς του, που διαβιούν στην Ελλάδα και εξάγουν το χρήμα τους, κατά 80% στην “μητέρα πατρίδα”, δηλαδή την Αλβανία, αποκτώντας σημαντική περιουσία.
Ηταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, να ζητήσει η Ελλάδα ως “αντιπαροχή” την άμεση αποφυλάκιση του Μπελέρι, μιας και η εκλογή του στο Δήμο Χειμάρας, απο μόνη της και χωρίς αποδείξεις κατηγορητηρίου, θα έπρεπε να είχαν απελευθερώσει τον ελληνικής καταγωγής πολιτικό της Αλβανίας.
Ομως η Ελλάδα, που δεν κατάφερε να πάρει αυτό που ήθελε απο τον Ράμα, που ακόμη και η τιμητική υποψηφιότητα του Μπελέρι στο Ευρωψηφοδέλτιο της Ν.Δ. δεν “άγγιξε” τους Αλβανούς αξιωματούχους, εντούτοις διαχειρίστηκε “επιδερμικά” το όλο θέμα – και μάλλον κατ’ εντολήν ανωτέρων δυνάμεων – δέχθηκε να ανεχθεί την επίσκεψη Ράμα και να του επιτρέψει εμμέσως πλην σαφώς να μιλήσει στο εκλογικό του σώμα που ζει και δραστηριοποιείται στην Ελλάδα.
Και το ερώτημα που δημιουργείται είναι σαφές:
-Πόση ανοχή μπορεί να δείξει μία Δημοκρατική χώρα, όπως η Ελλάδα, απέναντι στην αυθαιρεσία και τον καθεστωτισμό μιας άλλης χώρας, όπως εν προκειμένω της Αλβανίας; Και γιατί να επιτραπεί στον κ. Ράμα να μιλήσει στην Ελλάδα, που σε κάθε άλλη περίπτωση μάχεται – σε διπλωματικό επίπεδο – εναντίον της; Τι έχει να κερδίσει η Ελλάδα από την ανοχή αυτή στο όνομα της Ελληνικής Δημοκρατίας;
Εύχομαι να διαψευσθώ, όμως η ανοχή αυτή προς τον κ. Ράμα σήμερα, αύριο μπορεί να ζητηθεί και για άλλους πολιτικούς αξιωματούχους χωρών, που δεν έχουν φιλικές διαθέσεις ή μάλλον αλυτρωτικές για τη χώρα μας. Και τότε ανοίγουν Κερκόπορτες…