Πέμπτη, 17/07/2025
Καιρός
Αν. Μακεδονίας και Θράκης
Καιρός
Αν. Μακεδονίας και Θράκης
Powered by Tomorrow.io
x

Γιατί το ΝΑΤΟ προώθησε έναν αριθμό και ανέδειξε μια πραγματικότητα;

Δημοσιεύτηκε από: PRESSROOM | 29 Ιουνίου 2025, 9:42 πμ

*Γράφει η Μαρωβήτα Νικολαΐδου, Πολιτικός Επιστήμων – Επικοινωνιολόγος

 

Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη παρουσιάστηκε ως πολιτικό success story: ενότητα, αποφασιστικότητα και μια νέα δέσμευση για αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ. Όμως, πίσω από τις φωτογραφίες και τις δηλώσεις, μια νέα – λιγότερο καθησυχαστική – πραγματικότητα διαμορφώνεται. Η κοινή διακήρυξη ήταν σύντομη και αποσιώπησε κρίσιμες γεωπολιτικές αβεβαιότητες. Η Ευρώπη φαίνεται πλέον να κατανοεί ότι η απειλή δεν αφορά μόνο τα επιμέρους κράτη, αλλά την ίδια ως σύνολο.

Η Δέσμευση των ΗΠΑ: Πόσο Αξιόπιστη Παραμένει;

Το πρώτο και ίσως πιο υπαρξιακό ερώτημα για το ΝΑΤΟ αφορά τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στη συλλογική άμυνα. Παρά τη ρητορική υποστήριξης του Ντόναλντ Τραμπ στη Σύνοδο, είναι δύσκολο να παραβλέψει κανείς το παρελθόν του σκεπτικισμού του απέναντι στη Συμμαχία, καθώς έχει επανειλημμένα αμφισβητήσει το κατά πόσον οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να τηρούν τις δεσμεύσεις τους για συλλογική άμυνα βάσει του Άρθρου 5. Επίσης δεν μπορεί κάποιος να αγνοήσει τις δηλώσεις του περί “ελευθερίας δράσης” της Ρωσίας εναντίον όσων συμμάχων δεν πληρούν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.

Η Σύνοδος συμφώνησε σε μία εντυπωσιακή αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ μέχρι το 2035. Όμως αυτή δεν συνοδεύτηκε από καθαρές εγγυήσεις ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν την στρατιωτική τους παρουσία στην Ευρώπη. Αντίθετα, το Υπουργείο Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών αναμένεται να ολοκληρώσει την Παγκόσμια Επισκόπηση Στρατιωτικής Ανάπτυξης  (“Global Posture Review”) αργότερα εντός του 2025, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αναδιάταξης ή ακόμα και απόσυρσης στρατευμάτων από την ήπειρο, εστιάζοντας στη μεταφορά δυνατοτήτων στον Ινδο-Ειρηνικό. 

Θα πιέσει ο Τραμπ τη Ρωσία ή θα ανοίξει διαύλους “business as usual”;

Η δεύτερη αβεβαιότητα είναι η στάση της Ουάσιγκτον απέναντι στο Κρεμλίνο. Παρά τη σκληρή ρητορική, δεν υπήρξε καμία δέσμευση για νέες κυρώσεις. 

Κατόπιν επιμονής της Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ εγκατέλειψε επίσης τα προηγούμενα σχέδιά του να δημοσιοποιήσει μια αυστηρότερη στρατηγική απέναντι στη Ρωσία, η οποία προοριζόταν να αντικαταστήσει εκείνη που είχε υιοθετηθεί τη δεκαετία του 1990, όταν η Συμμαχία θεωρούσε ακόμη τη Ρωσία ως έναν εν δυνάμει εταίρο.

Η σιγή απέναντι στην επιθετικότητα της Μόσχας είναι ηχηρή. Καμία αναφορά στην κλιμάκωση των ρωσικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία, στους μαζικούς βομβαρδισμούς, ή στις υπονομευτικές κινήσεις στη Μαύρη Θάλασσα και τη Βαλτική.  

Ενώ το Κογκρέσο συζητά αυστηρές κυρώσεις στις ρωσικές εξαγωγές, ο Λευκός Οίκος αποφεύγει να ταχθεί υπέρ τους. Πρόκειται για μια επικίνδυνη ασυνέπεια σε μια κρίσιμη στιγμή.

Η Υπόθεση Ουκρανία «Παγώνει»;

Δεν υπήρξε κάποια νέα δέσμη υποστήριξης ή ξεκάθαρη δέσμευση για περαιτέρω στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία. Για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια, η Ομάδα Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας (“Ukraine Defense Contact Group”), υπό αμερικανική ηγεσία, δεν αναφέρθηκε καθόλου.

Το ΝΑΤΟ εμφανίστηκε να «παγώνει» την υπόθεση Ουκρανία, ίσως σε αναμονή της τελικής στάσης της Ουάσιγκτον. Εάν οι ΗΠΑ αποσύρουν οριστικά τη στήριξή τους, οι ευρωπαϊκοί πόροι — ήδη πιεσμένοι — δεν θα είναι επαρκείς να καλύψουν το κενό.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο μεγαλύτερος στην Ευρώπη από το 1945, κινδυνεύει να μετατραπεί από ζήτημα συλλογικής ασφάλειας σε περιφερειακό ευρωπαϊκό πρόβλημα.

Το 5% του ΑΕΠ – πολιτική απόφαση ή αμυντικό σχέδιο;

Η Συμμαχία αποφάσισε ότι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι και ο Καναδάς θα δαπανούν το 5% του ΑΕΠ τους για την άμυνα, περίπου 1 τρισεκατομμύρια αμερικάνικα δολάρια. Πίσω από την εντυπωσιακή στατιστική, προκύπτει η ανάγκη ενός συνεκτικού σχεδίου. 

Χωρίς να επικεντρωθεί η Σύνοδος στην κρίσιμη ανάγκη η Ευρώπη να προετοιμαστεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της με λιγότερη στήριξη από τις ΗΠΑ, ο στόχος προέκυψε περισσότερο ως αποτέλεσμα πολιτικής πίεσης και λιγότερο για να αντιμετωπίσει αυτό το σενάριο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ευρώπη οφείλει να δαπανά περισσότερα – κυρίως για να καλύψει δεκαετίες υποεπένδυσης και να προσαρμοστεί σε μια λιγότερο δεσμευμένη Αμερική. Ωστόσο, υπάρχει επίσης ευρεία συναίνεση ότι ο τρόπος με τον οποίο οι Ευρωπαίοι δαπανούν στην άμυνα πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικός. 

Οι αμυντικές δαπάνες της Ευρώπης είναι κατακερματισμένες σε 27 εθνικά αμυντικά βιομηχανικά συμπλέγματα. Οι ευρωπαϊκοί στρατοί διαθέτουν ένα απίστευτα ετερόκλητο οπλοστάσιο, γεγονός που καθιστά στην πράξη σχεδόν αδύνατη τη συνεκτική και αποτελεσματική ανάπτυξη δυνάμεων και διεξαγωγή μάχης από κοινού. Οι ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις είναι κατά πολύ λιγότερες από το άθροισμα των μερών τους.

Αυτό δεν είχε ιδιαίτερη σημασία τα τελευταία 76 χρόνια, διότι ήταν σαφές ποιος θα αναλάμβανε να πολεμήσει για την άμυνα της Ευρώπης: οι Ηνωμένες Πολιτείες. 

Πλέον, όμως, η Ευρώπη δεν μπορεί να θεωρεί δεδομένη τη δέσμευση των ΗΠΑ.  Με άλλα λόγια, είναι επικίνδυνη αυταπάτη για τις ευρωπαϊκές χώρες να παραμένουν προσκολλημένες στις «εισροές» (δηλαδή στις αμυντικές δαπάνες), αντί να αντιμετωπίσουν το δομικότερο πρόβλημα: πώς θα μεταφράσουν αυτές τις δαπάνες σε «εκροές» (δηλαδή σε πραγματική επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα). 

Πολιτικό Κόστος και Αντιδράσεις στο Εσωτερικό της ΕΕ

Ο νέος στόχος δαπανών ανοίγει ένα μέτωπο εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες στο Ηνωμένο Βασίλειο έως τις συντάξεις στη Γαλλία – αποτελούν πολιτική πρόκληση. Σημειώνεται ότι οι Ευρωπαίοι εξοργίστηκαν με την Ισπανία επειδή δεν δεσμεύτηκε στον ίδιο στόχο. Επιπλέον, οι πλούσιες χώρες της Βόρειας Ευρώπης, που ήδη προσεγγίζουν τον στόχο, θα απαιτήσουν περισσότερη συμμόρφωση από τις υπόλοιπες – προκαλώντας  ενδοευρωπαϊκές τριβές. Καθώς η ρωσική επιθετικότητα εντείνεται, αυτές οι χώρες θα καταγγείλουν την έλλειψη αλληλεγγύης – και δεν θα έχουν άδικο. 

Ο πολιτικός κίνδυνος είναι σαφής: το έδαφος είναι επικίνδυνο για τη ριζοσπαστικοποίηση του εκλογικού σώματος, την ενίσχυση των άκρων και των λαϊκιστών και την αποδυνάμωση της συναίνεσης υπέρ της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Τα μεγάλα λαϊκιστικά κόμματα της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς θα προβάλλουν ότι τάσσονται υπέρ της «ειρήνης» και του διαλόγου με τη Ρωσία, προκειμένου να διατηρηθούν οι εθνικές κοινωνικές παροχές. Εάν ο λαϊκισμός των άκρων επικρατήσει τίθεται σε μεγάλο κίνδυνο η ειρήνη και η σταθερότητα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρατηγική Αυτονομία: Από Ρητορική σε Σχέδιο

Τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν πλέον δεσμευθεί επίσημα να δαπανούν περισσότερα για την άμυνα από ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπερβαίνοντας το 3,4% του ΑΕΠ που δαπάνησαν οι ΗΠΑ το 2023. Για να ενισχυθεί ουσιαστικά η άμυνα της Ευρώπης πρέπει να επαναπροσδιοριστεί το πώς συμβάλλουν τα κράτη-μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα εκείνα εκτός της ανατολικής πτέρυγας. 

Είναι καιρός να αναγνωριστεί ότι, αν και οι αντιλήψεις περί απειλής μπορεί να διαφέρουν ως προς την ένταση, η κοινή πεποίθηση ότι η Ρωσία αποτελεί σοβαρή απειλή είναι πλέον παγιωμένη σε όλη την Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές χώρες δηλώνουν σαφώς ότι επιθυμούν η άμυνα να αποτελέσει συλλογική ευθύνη της ΕΕ και όχι να παραμείνει υπό την αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών-μελών. Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, η στήριξη προς μια κεντρικά σχεδιασμένη προσπάθεια άμυνας της ΕΕ ξεπερνά το 80%. 

Η ανάλυση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης δείχνει ότι τα «πακέτα πολιτικών που τυγχάνουν της μεγαλύτερης υποστήριξης απαιτούν υψηλότερα επίπεδα φιλοδοξίας, κοινή διακυβέρνηση σε επίπεδο ΕΕ, κοινές αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού μέσω κοινών προμηθειών και αυξήσεις στη φορολογία με προοδευτικό χαρακτήρα ως προτιμώμενη μορφή χρηματοδότησης».

Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη κατανόησης ή βούλησης, αλλά το αναποτελεσματικό και κατακερματισμένο μοντέλο των εθνικών αμυντικών δαπανών ως βασικού μηχανισμού συνεισφοράς. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας νέος, κοινός ευρωπαϊκός καταμερισμός ευθυνών και πόρων, βασισμένος σε συγκεκριμένες και μετρήσιμες αποστολές.

Τί Μπορεί να Κάνει η Ευρώπη;

Η Ευρώπη δεν έχει έλλειψη δυνατοτήτων, έχει έλλειψη κοινού σχεδίου. Τα ευρωπαϊκά υπουργεία άμυνας και οι εθνικές αμυντικές βιομηχανίες δεν θα πρέπει να φοβούνται τις μεταρρυθμίσεις και τις εξοικονομήσεις που θα μπορούσε να επιφέρει η βαθύτερη ενοποίηση. 

Αντί για ποσοτικούς στόχους, οι ευρωπαϊκές χώρες θα μπορούσαν:

  • Να δημιουργήσουν κοινό ταμείο προμηθειών μέσω ευρωομολόγων για την άμυνα.
  • Να χρησιμοποιήσουν τα πλεονεκτήματα των χωρών για μόνιμη ενίσχυση της ανατολικής πτέρυγας. Χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία στερούνται σε δημοσιονομικά περιθώρια, αλλά αντισταθμίζουν το έλλειμμα με την κλίμακα των ενόπλων δυνάμεών τους.  
  • Να συνδέσουν την αύξηση δαπανών με ρητές δεσμεύσεις μεταρρύθμισης και ενοποίησης στην κατεύθυνση της ομοσπονδιακής λογικής.
  • Να ενισχύσουν την υποστήριξη προς την Ουκρανία με σαφείς καταμερισμούς ευθυνών.
  • Η κοινή φορολόγηση για κοινές δαπάνες και η συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού πυρήνα άμυνας με κοινή διακυβέρνηση θα προσέφερε προοπτική βιωσιμότητας και αυτονομίας.

Εν κατακλείδι στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Χάγη οι ηγέτες της Ευρώπης απέφυγαν να πουν την αλήθεια στους πολίτες τους: ότι η εποχή της αμερικανικής στρατιωτικής ομπρέλας πλησιάζει στο τέλος της.  Η επόμενη Σύνοδος ίσως να διεξαχθεί υπό την πίεση κρίσεων – στρατιωτικών, θεσμικών ή πολιτικών.  

Οι ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να προωθήσουν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις που θα αναμορφώσουν και θα ενοποιήσουν τις αμυντικές ικανότητες της Ευρώπης. Κοινή ευρωπαϊκή άμυνα σημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Όχι μόνο με περισσότερα όπλα, αλλά με μία πολιτική αρχιτεκτονική που να ενώνει την αμυντική στρατιωτική ισχύ με την ευρωπαϊκή δημοκρατία.