*Γράφει ο Ιορδάνης Χασαπόπουλος, Δημοσιογράφος – Διευθυντής της εφημερίδας “ΒΡΑΔΥΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ”
Τα πράγματα σοβάρεψαν πολύ στην υπόθεση των Τεμπών μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή. Ένα βαρύ πολιτικό όνομα, αυτό του Κώστα Αχ. Καραμανλή, μπήκε στο «κάδρο» και φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση τόσο την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κυβερνώντος κόμματος όσο και ορισμένους βουλευτές και στελέχη από την πτέρυγα της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά).
Το επόμενο δίμηνο, Μάιος – Ιούνιος, θα είναι μία περίοδος που θα έχουμε πολιτικές εξελίξεις και αναταράξεις, με την έννοια ότι θα δρομολογηθεί σε διαφορετική βάση η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών. Η ανάγνωση της δικογραφίας από τα κόμματα και τους βουλευτές του υλικού που έστειλε ο ανακριτής και η πιθανή εμπλοκή των δύο πολιτικών προσώπων (Καραμανλής – Σπίρτζης), σαφώς και αλλάζει το κλίμα που είχε δημιουργηθεί τον περασμένο Φεβρουάριο. Η έρευνα της Δικαιοσύνης, οι καταθέσεις των αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων στρέφουν (όπως είναι φυσικό) την προσοχή στις ευθύνες των πολιτικών προσώπων που είχαν υποχρέωση να υλοποιήσουν τη σύμβαση «717» για την Τηλεδιοίκηση, αλλά και να προλάβουν με τις κατάλληλες κινήσεις μία τραγωδία, κάτι το οποίο δεν συνέβη τελικά.
Ο υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Χρ. Σπίρτζης γνώριζε από την πρώτη στιγμή ότι οι δικές του ευθύνες είχαν παραγραφεί. Και πως ότι και να γινόταν, δεν μπορούσε να δικαστεί για την «717». Σήμερα, μετά τις τελευταίες εξελίξεις, ζητά κατ’ επανάληψη ο ίδιος, να συμπεριληφθεί και αυτός στο κατηγορητήριο και να δικαστεί, παρά το γεγονός ότι δεν προβλέπεται από το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Η κίνησή του αυτή γίνεται γιατί, εκτός των άλλων, δεν θέλει ο ίδιος να ταυτιστεί με τις τυχόν ευθύνες του διαδόχου του, στη διάρκεια της θητείας του οποίου συνέβη η τραγωδία των Τεμπών.
Ο Κώστας Αχ. Καραμανλής από την πρώτη στιγμή ήξερε πως η έρευνα του ανακριτή μπορεί να τον εξαιρούσε, υπήρχε, όμως, και μία ισχυρή πιθανότητα να τον βάλει στο «κάδρο», όπως και έγινε. Και αυτό γιατί, επί της ουσίας, αιτία για την εμπλοκή του ήταν οι καταθέσεις των γενικών και ειδικών γραμματέων του υπουργείου Μεταφορών, αλλά και των υπηρεσιακών παραγόντων. Είναι τα πρόσωπα τα οποία βαρύνονται και θα κατηγορηθούν για κακουργήματα και παραλείψεις, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία και τους χειρισμούς της υπόθεσης πριν και μετά την τραγωδία.
Ιδιαίτερο ρόλο, βέβαια, παίζουν και οι καταγγελίες, πριν από το δυστύχημα, των σωματείων και των συνδικαλιστών όλων των εταιριών του σιδηροδρόμου για λάθη και παραλείψεις στην πολιτική του υπουργείου. Ο δρόμος, πλέον, έχει γίνει μονόδρομος για όλους. Οι βουλευτές της Ν.Δ. θα κληθούν να αποφασίσουν για το μέλλον του πρώην υπουργού. Ίσως μία βοήθεια από τη Δικαιοσύνη τούς λύσει τα χέρια και τους διευκολύνει στην κρίσιμη ψηφοφορία. Είναι η ειδική επιτροπή που αποτελείται από έναν αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δύο εφέτες, στην οποία το πιθανότερο να παραπεμφθεί η υπόθεση για να γνωμοδοτήσουν αν πρόκειται για κακούργημα η πλημμέλημα.
Μία διαδικασία λυτρωτική από το αδιέξοδο, γιατί, εκτός των άλλων, μία πρόταση ανώτατων δικαστικών δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί από τον οποιονδήποτε, είτε είναι πολιτικός αντίπαλος είτε είναι από την πλευρά των συγγενών των θυμάτων. Και μία πρόταση την οποία η Ν.Δ. θα δεσμευτεί εξαρχής να την υλοποιήσει, είτε μιλά για κακούργημα είτε για πλημμέλημα. Για μία ακόμη φορά δεν είναι λίγοι εκείνοι οι βουλευτές της κυβερνητικής παράταξης που ακόμη και σήμερα πιστεύουν πως αν ο κ. Καραμανλής δεν επέμενε να ήταν υποψήφιος βουλευτής στις προηγούμενες εκλογές και αν ο πρωθυπουργός δεν αποδεχόταν την υποψηφιότητά του, τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο δύσκολα σήμερα για την κυβερνητική παράταξη. Αυτά που δεν έγιναν τότε, γίνονται τώρα, με δύο χρόνια καθυστέρηση και μετά την πίεση των διαδηλώσεων και της Δικαιοσύνης. Και ενώ αυτά συμβαίνουν στη «γαλάζια παράταξη», οι τελευταίες εξελίξεις δημιουργούν μεγάλο σκεπτικισμό και στην αντιπολίτευση.
Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι έχει ξεκαθαρίσει πως θα κινηθεί: αφενός χωρίς τη βοήθεια άλλων κομμάτων, για να βγάλει από πάνω του τη ρετσινιά ότι γίνεται «ουρά της κ. Κωνσταντοπούλου», και αφετέρου με τον κ. Ανδρουλάκη να δείχνει πως έχει κατασταλάξει για την τακτική του. Εκεί που φαίνεται να υπάρχει προβληματισμός είναι στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά, καθώς στους κόλπους των δύο αυτών κομμάτων, που προήλθαν από τη διάσπαση του ενιαίου και μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν βουλευτές και στελέχη που δεν θα συμφωνούσαν με τυχόν παραπομπή Καραμανλή για κακούργημα. Από το 2014 μέχρι το 2019 που έχασε τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, οι σχέσεις της τότε ηγεσίας της Κουμουνδούρου με τη λεγόμενη καραμανλική πτέρυγα ήταν κάτι περισσότερο από φιλικές. Αυτό, άλλωστε, είχε επιβεβαιωθεί και από τις καλές σχέσεις που διατήρησαν μέχρι τέλους οι δύο πρώην πρωθυπουργοί Τσίπρας και Καραμανλής. Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής όλο αυτό το διάστημα παραμένει αμέτοχος και έχει διαχωρίσει τη θέση του. Παρόλα αυτά, όμως, το ερώτημα παραμένει. Τι θα πράξουν τα στελέχη της Αριστεράς που ήταν κοντά στον κ. Τσίπρα όταν έρθει η ώρα της κρίσιμης ψηφοφορίας, για το αν ο πρώην υπουργός Μεταφορών θα πρέπει να παραπεμφθεί για κακούργημα ή για πλημμέλημα;
*Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΒΡΑΔΥΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ”