του Γιώργου Ξ. Πρωτόπαπα
Διεθνολόγου – Στρατηγικού Αναλυτή
Η μεταναστευτική κρίση εξελίσσεται σε αδύνατο σημείο της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, με τις ραγδαίες εξελίξεις του ανοίγματος των τουρκικών συνόρων, τις μαζικές συγκεντρώσεις μεταναστών στη μεθόριο του Έβρου και τα βίαια επεισόδια στα νησιά του Βορείου Αιγαίου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιδιώκοντας να δείξει γρήγορα αντανακλαστικά συγκαλεί το αύριο το πρωί στου Μαξίμου, σύσκεψη για τις εξελίξεις στο μεταναστευτικό με τη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Άμυνας, του υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Άμυνας, του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ και εκπροσώπων του Λιμενικού Σώματος.
Ωστόσο, η κυβέρνηση υπέστη σοβαρό επικοινωνιακό και κοινωνικό πλήγμα από τις αντιδράσεις στο Βόρειο Αιγαίο, διότι προέβη σε δυο λανθασμένες κινήσεις: πρώτον, έφερε αντιμέτωπες τις αστυνομικές δυνάμεις με τις τοπικές κοινωνίες. Η αποστολή της αστυνομίας είναι να προστατεύει τη δημόσια ασφάλεια και τους έννομους πολίτες και δεύτερο, ενέπλεξε τις Ένοπλες Δυνάμεις στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Μεταφέρθηκαν δεκάδες στρατιωτικοί, μηχανικοί και τεχνικοί, σημαντικός αριθμός χωματουργικών μηχανημάτων και βαρέου τύπου γερανοφόρο όχημα. Η εμπλοκή των Ενόπλων Δυνάμεων, ενδεχομένως να προκαλέσει αρνητικούς συνειρμούς στην τοπική κοινωνία. Ο ρόλος τους είναι να προστατεύουν τη χώρα από εξωτερικές απειλές, συγκεκριμένα από την Τουρκία.
Οι εκτός ελέγχου «πολεμικές» συγκρούσεις με τις δυνάμεις των ΜΑΤ για την αποτροπή δημιουργίας κλειστών δομών, απέδειξαν ότι η οργή των τοπικών κοινοτήτων για τους μετανάστες, έχει αποκτήσει πλέον βαθιές ρίζες και στερεότυπα, που δύσκολα μπορούν να ξεριζωθούν. Η μαζική κινητοποίηση των κατοίκων σε Λέσβο – Χίο, που προκάλεσε την αποχώρησή των ΜΑΤ, ενδεχομένως να θεωρηθεί νίκη κατά της κυβέρνησης και να αποτελέσει παράδειγμα και για τις άλλες τοπικές κοινωνίες που αντιδρούν στη μεταφορά μεταναστών από τα νησιά. Όμως, η κυβέρνηση επιμένει στη δημιουργία κλειστών δομών για μετανάστες, και δεν αλλάζει το σχεδιασμό της.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το μεταναστευτικό, με αποτέλεσμα να υφίσταται πολιτικό κόστος και φθορά. Ίσως δεν κατάφερε να ερμηνεύσει τη συνολική εικόνα για το μεταναστευτικό και τις τοπικές αντιδράσεις, από τότε που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση. O αριθμός των προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα από τα τουρκικά παράλια που ανήλθε το 2016 σε 173,450 άτομα και οι 2,4 εκατ. μετανάστες που εισήλθαν το 2017 στην ΕΕ από τρίτες χώρες, θα έπρεπε να θορυβήσουν και να προβληματίσουν την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας.
Ωστόσο, την ευθύνη για ότι το μεταναστευτικό τείνει να εξελιχθεί σε ασύμμετρη απειλή, τη φέρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία υιοθέτησε την πρακτική των «ανοικτών συνόρων» και κινήθηκε με βάση τις ιδεολογικές της αγκυλώσεις. Οι προσφυγικές ροές από τα τουρκικά παράλια ανήλθαν το 2015 σε 856,723 άτομα.
Το μεταναστευτικό εκτός από τις κοινωνικές παρενέργειες έχει και άμεσες επιπτώσεις στην εθνική ασφάλεια, καθώς εντάσσεται στο σχέδιο του τουρκικού υβριδικού πολέμου κατά της Ελλάδας. Η απόφαση της κυβέρνησης της Άγκυρας να ανοίξει τα σύνορά της προς την Ευρώπη, δηλαδή την Ελλάδα, αναμένεται να κλιμακώσει έντονα τη μεταναστευτική κρίση και να προκαλέσει περαιτέρω ανησυχία και αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών.
Το μεταναστευτικό εμπεριέχει και διαστάσεις του δημογραφικού, της εγκληματικότητας, της ενσωμάτωσης και της πολιτισμικότητας. Οι τοπικές κοινωνίες βρίσκονται σε σύγκρουση με τους μετανάστες, των όποιων η ενσωμάτωσή είναι ιδιαίτερα δύσκολη και τους θεωρούν απειλή.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να διαχειριστεί τη μεταναστευτική κρίση, στην ουσία μόνος του, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει δείξει ότι στέκεται στο πλευρό της Ελλάδας. Το μεταναστευτικό εξελίσσεται σε μεγάλο πονοκέφαλο» της κυβέρνησης και η διαχείρισή του απαιτεί μέτρα που θα κερδίσουν την εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας και θα την προστατέψουν από εσωτερικές και εξωτερικές απειλές.