Μία ζωή κεντρώος, ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει κινηθεί προς τα αριστερά με το κόμμα του και από τις αρχές της θητείας του οδηγεί τη μεγαλύτερη διεύρυνση της αμερικανικής κυβέρνησης εδώ και δεκαετίες.
Οταν ήταν αντιπρόεδρος στη διακυβέρνηση Ομπάμα ήταν γνωστός ότι προλόγιζε τον εαυτό του σε άλλους αξιωματούχους με μια τρόπον τινά αυτοταπεινωτική εισαγωγή. Μπορεί να μην είχε φοιτήσει στο Χάρβαρντ ή στο Γέιλ, συνήθιζε να λέει ο κ. Μπάιντεν όταν έμπαινε σε μια συνάντηση, αλλά ήταν ακόμα ένας ειδικός της εξωτερικής πολιτικής και ήξερε πώς να εργάζεται στο Κάπιτολ Χιλ.
Ο κ. Μπάιντεν δεν απολογείται άλλο.
Τώρα, 100 ημέρες στην προεδρία του, ο κ. Μπάιντεν οδηγεί τη μεγαλύτερη επέκταση της κυβέρνησης εδώ και δεκαετίες, σε μια προσπάθεια να χρησιμοποιήσει $6 τρισεκατομμύρια σε ομοσπονδιακές δαπάνες για την αντιμετώπιση κοινωνικών και οικονομικών προκλήσεων σε μία κλίμακα που δεν παρατηρήθηκε για μισό αιώνα. Συνεργάτες του λένε ότι από μόνος του αναδείχθηκε ως αρχηγός του κόμματος με τρόπους που η ανομοιογενής πολιτική του σταδιοδρομία δεν προέβλεπε πάντα, και ότι δεν προβληματίζεται για θέματα που κάποτε τον ενοχλούσαν, όπως το να μην έχει καμία υποστήριξη από τους Ρεπουμπλικανούς για τις Δημοκρατικές προτεραιότητες.
Για έναν πολιτικό του κατεστημένου που στήριξε την προεκλογική του εκστρατεία σε μία αποκατάσταση πολιτικών κανόνων, το ρεκόρ του μέχρι στιγμής ισοδυναμεί με το είδος της επανάστασης που είπε πέρυσι ότι δεν θα ακολουθούσε ως πρόεδρος – αλλά αυτό, λένε οι βοηθοί του, κατέστη απαραίτητο για να ανταποκριθεί σε μία στάσιμη πανδημία.
Το αποτέλεσμα είναι κάτι που περίμεναν λίγοι άνθρωποι: Η προεδρία του μεταμορφώνει αυτό που σημαίνει να είναι Δημοκρατικός, ακόμη και ανάμεσα σε μια συντηρητική πτέρυγα του κόμματός του που πέρασε δεκαετίες κηρύττοντας το ευαγγέλιο του δικομματισμού.
«Ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι με την ατζέντα του και είμαστε οι μετριοπαθείς», δήλωσε ο Mατ Μπένετ (Matt Bennett), συνιδρυτής του «Third Way», μίας Δημοκρατικής δεξαμενής σκέψης που πήρε το όνομά της από ένα κυβερνητικό στυλ που αγκαλιάστηκε από τον πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον που απέρριπτε τον κλασικό φιλελευθερισμό. «Μερικοί είπαν ότι αυτή είναι μια φιλελεύθερη λίστα επιθυμιών. Θα υποστηρίζαμε αντιθέτως ότι ο Μπάιντεν ορίζει ποιος μπορεί να είναι ένας μετριοπαθής Δημοκρατικός του 21ου αιώνα».
Ο κ. Μπάιντεν επαναπροσέγγισε την εκτεταμένη ατζέντα του την Τετάρτη το βράδυ στην πρώτη του ομιλία στο Κογκρέσο, ως τρόπο ενοποίησης ενός κομματιασμένου έθνους. «Παρέχουμε πραγματικά αποτελέσματα στους ανθρώπους – μπορούν να το δουν και να το νιώσουν στη ζωή τους» είπε.
Ο κ. Μπάιντεν, τώρα 78 ετών, επιδίωξε αυτές τις σαρωτικές αλλαγές χωρίς να χάσει εντελώς το ένστικτό του για να βρει το κεντρικό σημείο του κόμματος του.
Καθώς η Δημοκρατική συναίνεση σε ζητήματα έχει μετακινηθεί προς τα Αριστερά με την πάροδο των ετών, συνέχισε να συμβαδίζει -στην άμβλωση, τον έλεγχο των όπλων, τον γάμο του ιδίου φύλου, τον πόλεμο του Ιράκ και την ποινική δικαιοσύνη- χωρίς να φτάσει μέχρι την πλέον μακρινή φιλελεύθερη στάση. Τώρα, ηγείται ενός κόμματος που επιταχύνθηκε προς τα αριστερά κατά τη διάρκεια της διοίκησης του Τραμπ και βρήκε τη δική του θέση στο Δημοκρατικό φάσμα – αυτό με την μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας.
Σε ιδιωτικές συνομιλίες με τον γερουσιαστή Βερμόντ, Μπέρνι Σάντερς, συλλέγει ιδέες, παρακολουθεί τον κεντρώο γερουσιαστή Τζο Μάντσιν, της Δυτικής Βιρτζίνιας, ενώ σε συνομιλίες με τον επικεφαλής της μειοψηφίας γερουσιαστή Μιτς Μακόνελ κάνει έκκληση για διμερή υποστήριξη, ακόμη και όταν προειδοποιεί ότι δεν θα το περιμένει επ’ αόριστον.