Σημαντικά ιστορικά και γλωσσολογικά στοιχεία μας αναφέρει η κ. Πηνελόπη Καμπάκη – Βουγιουκλή, Ομότιμη Καθηγήτρια Γλωσσολογίας, Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας στην εταιρεία Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, με αφορμή τον εορτασμό των Χριστουγέννων.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρει:
Σήμερα, παραμονή Χριστουγέννων, ξεκινάει το Δωδεκαήμερο, παλιότερα με τις γρουνοχαρές, το σφάξιμο των γουρουνιών, και φτάνει μέχρι και τα Φώτα.
Τα χριστουγεννιάτικα έθιμα και τραγούδια αποτέλεσαν κομμάτι της συλλογικής μνήμης του Θρακιώτικου ελληνισμού.
Διέφεραν πολλές φορές από χωριό σε χωριό, σχηματίζοντας έναν πυρήνα μιας χειμαρρώδους λαϊκής παράδοσης που εστιαζόταν κυρίως στα χωριά του βόρειου Έβρου και διατηρήθηκε αναλλοίωτη μέχρι την δεκαετία του 1970.
Μετά, η εσωτερική μετανάστευση αποδυνάμωσε την ένταση. Ευτυχώς από το 90 και με τη συνεισφορά των πολιτιστικών συλλόγων, των Λυκείων των Ελληνίδων και του φίλου μου του Δημήτρης Βραχιόλογλου επανέρχονται δριμύτερα.
Ήταν οι ομάδες, που θα συγκεντρωνόντουσαν στα καφενεία, στα σπίτια ή ακόμα και έξω στους δρόμους, για να κάνουν πρόβες για τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια, τα «κόλιαντα», όπως ήταν γνωστά στη Θράκη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στο χωριό Μάνη της επαρχίας Διδυμοτείχου, έχουν καταγραφεί πάνω από 45 χριστουγεννιάτικα τραγούδια τα οποία τραγουδιόντουσαν αποκλειστικά σε αυτό το χωριό.
Η κάθε ομάδα έπρεπε να μάθει τα ίδια λόγια με τα οποία θα έμπαινε στα σπίτια και τις αυλές των σπιτιών γιατί έπρεπε να πούνε πολλά χριστουγεννιάτικα τραγούδια για όλα τα μέλη της οικογένειας που επισκεπτόταν.
Τα περισσότερα έθιμα είχαν ευετηριακό χαρακτήρα, δηλαδή για το καλό του χρόνου και περιελάμβαναν τον αγερμό, τον έρανο, από το ρήμα αγείρω= συγκεντρώνω
Η πρωτοτυπική φιγούρα στα έθιμα αυτά,κοινή και με τα αντίστοιχα των Απόκρεω, είναι ο Καλόγερος και η ακολουθία του, που παίρνουν διαφορετικές ονομασίες όπως Πουρπούρης, Αράπηδες, Μωμόγεροι,Μπέης, Πιτεραδες, Γκλαγκλάδες, Κουδουνάδες. …
Το καθένα από αυτα έχει τόσες πτυχές και τόσες ερμηνείες, γλωσσικες, ιστορικές, λαογραφικές, που καλύπτουν ολόκληρη διατριβή.
Μια επίκαιρη γλωσσολογική προσέγγιση
Τα Κόλιαντα
Η προσπάθεια ετυμολόγησης ενός όρου και η ερμηνεία ενός εθίμου είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Ένα επίκαιρο παράδειγμα αφορά τα «κόλιαντα», που φωνάζουν σε ολολκληρη τη Μακεδονία και τη Θράκη, στη φράση «κόλιαντα, μπάμπωμ’, κόλιαντα!» όταν λένε τα κάλαντα την παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, για παραφθορά της λέξης ‘κάλαντα’, όπως μια πρώτη επιπόλαια, παρετυμολογική ερμηνεία οδηγεί. Είναι πολύ πιο σύνθετο.
Καταρχήν, πιθανότατα, είναι από το σλάβικο ρήμα “κόλιαμ” το οποίο σημαίνει “σφάζω”. , εις ανάμνησιν της σφαγής των βρεφών από τον Ηρώδη. Η σλαβική προέλευση είναι απόλυτα ερμηνεύσιμη, στο πλαίσιο της γλωσσικής επαφής.
Υπάρχουν στοιχεία λαογραφικ,πχ στην Καστοριά, που βοηθάνετον γλωσσολόγο.
Όμως ήδη εχουμε τον όρο ‘κάλαντα’ , από το λατινικό calenda. Καλένδες ή Καλάνδες (καθ. Καλένδαι ή Καλάνδαι, λατ. calendae, Kalendae – κατά παράλειψη του ημέρες, dies),ονομάζονταν, μάλλον από τον Ε’ αιώνα, οι πρώτες ημέρες των ρωμαϊκών μηνών, δηλαδή η αντίστοιχη των παρά των Ελλήνων “νουμηνία” (σημερινή πρωτομηνιά).
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία Καλένδες κλήθηκαν οι κατά την 1η Ιανουαρίου εορτές και πανήγυρεις υπό των “Εθνικών” πολλές των οποίων διατηρήθηκαν και από τους Χριστιανούς. Όμως το 681 η συγκροτηθείσα στη Κωνσταντινούπολη Στ’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τις εορτές και ευωχίες αυτές με τον 62ο Κανόνα της όπου ορίζεται:
“Τας ούτω καλουμένας Καλάνδας και τα λεγόμενα Βοτά και τα καλούμενα Βρουμάλια και την εν πρώτη του Μαρτίου επιτελουμένην πανήγυριν, καθάπαξ εκ της των πιστών πολιτείας περιαιρεθήναι βουλόμεθα”.1
Προ αυτού του κινδύνου να διακοπεί το έθιμο που πιθανώς να τάραζε την επιβληθείσα κατάνυξη σε όλους τους τομείς δραστηριότητας οι “πιστοί” εισήγαγαν δημοτικά ευχητικά τραγούδια επί των ταυτόσημων χρονικά θρησκευτικών εορτών και έτσι το έθιμο συνεχίζει και σήμερα με την από τότε νέα ονομασία “Κάλαντα”.
Στη συνέχεια, υπό την επίδραση των σλαβικών γλωσσών έχουμε και τα κόλιαντα, που κάπου ομοηχούν, κάπου αναφέρονται σε ανάλογα έθιμα και να ‘ σου το κουβάρι κι άντε να το ξεμπερδέψεις…
Βλέπουμε,λοιπόν, τι μίξη πολιτισμών, γλωσσών, σκοπιμοτήτων έχει να αντιμετωπίσει ο/η γλωσσολόγος στην προσπάθειά του/της να ερμηνεύσει μία λέξη!
Ακόμη καταλαβαίνουμε τι γνώσεις πρέπει να έχει και πόσο ελεύθερος/η από προκαταλήψεις να είναι ούτως ώστε να μην αγνοήσει στοιχεία τα οποία πιθανόν ενοχλήσουν κάποιους. Άλλωστε η πεμπτουσία της επιστημονικής έρευνας είναι η αντικειμενικότητα.




