Μετά απο αρκετούς μήνες έντασης σε θάλασσα και αέρα με πολλά αν και μα, Τουρκία και Ελλάδα είναι έτοιμες ή έτσι δείχνουν για να κάτσουν στο τραπέζι για να συζητήσουν τα θέματα που ώθησαν έντονη στρατιωτική ένταση μεταξύ των δυο ΝΑΤΟΪΚΩΝ συμμάχων.
Οι διερευνητικές συνομιλίες όπως καλούνται, άρχισαν το 2002 και μετά απο τον 61ο γύρο που έλαβε χώραν τον Μάρτιο του 2016. Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φάνηκε να ζητά ανάκληση της διαδικασίας καθότι η Ελλάδα επικαλέστηκε νομικά θέματα αρνήθηκε να παραδώσει στη Τουρκία μια ομάδα στρατιωτικών αξιωματούχων που είχαν φύγει απο τη Τουρκία μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του ίδιου έτους .
Καθώς οι αντιπροσωπείες συναντήθηκαν στο Swissotel της Κωνσταντινούπολης σήμερα, υπήρξε χαμηλή προσδοκία και σχετικά συγκρατημένη διάθεση. Αυτό συμβαίνει λόγω της απόστασης που υπάρχει απο την ατζέντα των δυο πλευρών. Η Ελλάδα επιμένει πως το μοναδικό θέμα για συζήτηση είναι η οριοθέτηση των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών με την υφαλοκριπίδα μαζί.
Η Τουρκία ωστόσο θέτει μια σειρά ζητημάτων στο τραπέζι όπως η αποστρατικοποίηση των Ελληνικών νησιών τα οποία αποκαλεί ”γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο μέχρι τα δικαιώματα της Μουσουλμανικής- Τουρκικής Μειονότητας στην Θράκη.
Η πρώτη αυτή συνάντηση που πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο συνταξιούχων πρεσβευτών απο πλευράς Ελλάδος και με αναπληρωτή υπουργό απο την Τουρκική πλευρά δείχνει να είναι σημαντική για τον παλμό που παίρνει η κάθε πλευρά απο την άλλη και θα δώσει παλμό για την συνέχιση των μελλοντικών συνομιλιών.
Φαίνεται πως ο μαξιμαλισμός και οι κόκκινες γραμμές έχουν θέση στη σκηνή παρά η πρόοδος.
Δεν θα είναι μια εύκολη διαδικασία και αυτό το ξέρει και η Αθήνα και η Άγκυρα. Για τους Έλληνες οι πολιτικές εντάσεις με την Τουρκία κλιμακώθηκαν το 2019 στις αρχές όταν ο Ερντογάν ξεκίνησε το δόγμα της ”Γαλάζιας Πατρίδας” που το σχεδίασαν υπερεθνικιστές πρώην στρατιωτικοί αξιωματούχοι. Το δόγμα προβλέπει την επέκταση επιροής της Τουρκίας πέρα απο τις περιοχές που ελέγχει γεωγραφικά με τα συνορα της σήμερα και πατάνε πάνω σε αυτά της Ελλάδος και της Κύπρου.
Οι στρατιωτικές εντάσεις ήδη από τις αρχές του 2019 έχουν ενταθεί σε μια μεγάλη ναυτικά περιοχή που εκτείνεται προς τη Κύπρο απο τη Νοτιοδυτική πλευρά της Κρήτης ενσωματώνοντας το Καστελόριζο, ένα μικρό Ελληνικό νησί ακριβώς έξω από τις νότιες ακτές της Τουρκίας. Μια Τουρκική συμφωνία με τη Κυβέρνηση της Λιβύης στη Τρίπολη ήρθε να ταράξει τις γεωγραφικές ισορροπίες για τον προσδιορισμό νέων εδαφικών συνόρων στη Μεσόγειο, με αποτέλεσμα να εξοργίσει την Ελλάδα και οδήγησε σε κινήσεις της Αθήνας η οποία έκανε αντίστοιχη συμφωνία με την Αίγυπτο
Όσο κλιμακώνεται η αντιπαράθεση μεταξύ Ελλαδος και Τουρκίας προκάλεσε ένα ντόμινο αποτέλεσμα βημάτων και μέτρων μέσα στην Ε.Ε. Και την Ουάσιγκτον. Πιθανές κυρώσεις της Ε.Ε. Κρέμονται πάνω από τη κυβέρνηση Ερντογάν. Εν τω μεταξύ ο στρατός των ΗΠΑ εδραίωσε τη παρουσία του στη Κρήτη και γύρω από την παραμεθόρια πόλη της Αλεξανδρούπολης και εκ των πραγμάτων εμποδίζει την Άγκυρα να εντείνει μια κρίση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ανοιχτή στρατιωτική αντιπαράθεση.
Υπάρχουν μικρές ελπίδες πως οι διερευνητικές συνομιλίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε μια ουσιαστική διαδικασία. Και η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν ισχυρά συμφέροντα για να τις συνεχίσουν.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Αθήνα απογοητευμένη απο την Ε.Ε. και τους εταίρους της ειδικά Γερμανία και Ισπανία και θεωρόντας ανεπαρκή ή αδύναμη στήριξη και τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ, πρέπει να δείξει πως στηρίζει έναν πολιτισμένο διάλογο δηλαδή μεχρι να υπάρξει ”αποκατάσταση του νόμου και της τάξης” στη περιοχή από την διοίκηση Μπάιντεν. Στοχεύει τουλάχιστον να κερδίσει χρόνο.
Η ύπαρξη βαθιάς απογοήτευσης του Μπάιντεν και της ομάδας του για την κυβέρνηση Ερντογάν υπάρχει. Αυτό δεν είναι μυστικό. Ακολουθώντας την αγορά και δοκιμή την περασμένη χρονιά από πλευράς Τουρκίας ενός συστήματος πυραύλων S-400 που αγοράστηκαν από τη Ρωσία, ο Ερντογάν δεν έχει ούτε έναν πολιτικό υποστηρικτή στην Ουάσιγκτον μετά την αποχώρηση του Ντόναλτ Τράμπ. Επομένως δεν είναι θέμα το εάν αλλά το πότε θα επιβληθούν κυρώσεις στη Άγκυρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι πολιτικές ισορροπίες στην Ε.Ε. σχετικά με κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας που πρόκειται να τεθούν για συζήτηση το Μάρτιο παραμένουν ευαίσθητες. Ενώ Γαλλία και ακόμα και η Γερμανία η οποία προσπάθησε να μεσολαβήσει μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας τάσσονται υπέρ της διατήρησης κυρώσεων ώς σοβαρής επιλογής , η Ισπανία, η Μάλτα και η Ιταλία αντιτίθενται προς αυτές.
Ο Ερντογάν αναλογιζόμενος του τεράστιου βάρους μιας οικονομικής κρίσης στη χώρα του για την οποία θα είναι ο ίδιος υπεύθυνος θα επιδιώξει να αποφύγει ή να καθυστερήσει όσο περισσότερο μπορεί οποιαδήποτε ανοιχτή αντιπαράθεση με την Ε.Ε.
Ο Ερντογάν δεν έχει επιλογή από το αποδεχτεί τις συστάσεις των στενών συμβούλων του όπως ο Υπουργός Άμυνας Ακάρ και ο Προεδρικός Σύμβουλος Ιμπραήμ Καλίν πως η Τουρκία πρέπει να φανεί πρόθυμη για διαπραγμάτευση και οτι ο διάλογος θα πληρωθεί.
Θα είναι όμως διάλογος όχι κάτι περισσότερο. Ενώ η τύχη των διαπραγματεύσεων θα εξαρτηθεί απο την τακτική και των δυο πλευρών οι βασικές παράμετροι τις οποίες βασικοί παίχτες της Ε.Ε. Αποδέχτηκαν κυνικά εξακολουθούν και παραμένουν αμετάβλητοι.
Για τον Ερντογάν μια επιθετική εξωτερική πολιτική είναι εκ των ούκ άνευ για την πολιτική του επιβίωση και η ιστορία διδάσκει πως όταν ένας ηγέτης ξεκινά αυτή την πορεία δεν υπάρχει επιστροφή προς τα πίσω.
Οι διερευνητικές συνομιλίες με την Ελλάδα θα παραμείνουν ακριβώς αυτό ”μια προσεκτικά τρέχουσα χωρίς στόχο συσκευή αναζήτησης” ενώ η αλλαγή παιχνιδιού θα φανεί από την διοίκηση Μπάιντεν και την πολιτική χορογραφία της περιοχής από αυτήν. Για αυτό θα πρέπει να περιμένουμε λίγο περισσότερο.
(Μετάφραση: Μεταφραστικό Τμήμα ΘΠΕ) Πηγη: ahva