Άισιο τέλος δείχνει να έχει η περιπέτεια του ζευγαριού που συνελήφθη στην Αδριανούπολη τη Δευτέρα, 6 Δεκεμβρίου.
Το ζευγάρι αφέθηκε ελεύθερο μετά την απόφαση του δικαστηρίου της Αδριανούπολης για άρση απαγόρευσης εξόδου από την Τουρκία, καταβάλλοντας πρόστιμο και δικαστικά έξοδα, 50 χιλ. τουρκικών λιρών (3183 ευρώ). Οι συσκευές κινητών τηλεφώνων, επεστράφησαν επίσης στους κατόχους τους.
Μέσω των συνοριακών σταθμών του Παζαρ Κουλέ και των Καστανιών, στα ελληνοτουρκικά σύνορα, επέστρεψαν το απόγευμα της Παρασκευής στην Ελλάδα, ο αστυνομικός Μανώλης Βαλασούδης και η σύντροφός του Αθηνά Τζιάκα.
Οι τουρκικές αρχές τούς είχαν αφήσει ελεύθερους χωρίς περιοριστικούς, ωστόσο παρέμειναν στην Αδριανούπολη καθώς αναμενόταν ο έλεγχος στα κινητά τους τηλέφωνα.
Οι καταθέσεις τους
Τα τουρκικά Μέσα είχαν φέρει στο «φως» την κατάθεση του έλληνα αστυνομικού και όσα υποστήριξε.
Σύμφωνα με το τουρκικό δίκτυο haberler.com, στην κατάθεση του προς το δικαστήριο ο έλληνας αστυνομικός δήλωσε ότι εργάζεται ως αστυνομικός της τροχαίας στο Α.Τ. Φερρών και είπε:
«Στις 5 Δεκεμβρίου και ώρα 14:00 μαζί με την φίλη μου την Αθηνά, εισήλθαμε από την Ελλάδα στην Τουρκία από την συνοριακή πύλη του Παζάρκουλε για ψώνια και για βόλτα. Σκοπός της άφιξής μας στην Αδριανούπολη ήταν να ταξιδέψουμε και να ψωνίσουμε με την κοπέλα μου. Αφού φτάσαμε στο κέντρο της Αδριανούπολης, καθίσαμε για λίγο σε μια καφετέρια και μετά μετά μαζί με την φίλη μου πήγαμε σε ένα εμπορικό κέντρο και φάγαμε. Όταν άρχισε να σκοτεινιάζει αποχωρήσαμε από το εμπορικό κέντρο».
Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν μπήκαν εσκεμμένα στην στρατιωτική περιοχή αλλά ότι τους οδήγησε εκεί το GPS:
«Καθώς είχε σκοτεινιάσει, επιστρέφαμε στην Ελλάδα και αφού έγραψα στο τηλέφωνο μου τον προορισμό, ξεκινήσαμε. Καθώς το μέρος όπου εργάζομαι και μένω είναι πιο κοντά στη συνοριακή πύλη των Ιψάλων, θα βγαίναμε από εκεί και γράφοντάς το στο GPS, πήραμε το δρόμο για την Κεσσάνη. Συνεχίσαμε όπου μας πήγαινε το GPS. Μετά από κάποιο διάστημα είχε σκοτεινιάσει εντελώς και, ενώ συνεχίζαμε σε ένα χωματόδρομο, βγήκαν μπροστά μας στρατιώτες οι οποίοι μας σταμάτησαν και ζήτησαν από μένα και από τη φίλη μου τα διαβατήρια» είπε.
Σύμφωνα με τον ίδιο «μας κατέβασαν από το αυτοκίνητο και προχωρώντας μαζί μου με ένα φακό μου έδειξαν μία κόκκινη πινακίδα λέγοντάς μου πως πρόκειται για απαγορευμένη στρατιωτική περιοχή. Αλλά επειδή εγώ δεν είδα οποιαδήποτε πινακίδα απαγόρευσης εισόδου σε στρατιωτική περιοχή και επειδή αυτή που μου δείξανε ήταν μακριά, δεν πιστεύω πως εισήλθαμε σε απαγορευμένη στρατιωτική περιοχή, καθώς μας σταμάτησαν πριν την πινακίδα».
Σχετικά με τις φωτογραφίες και τα βίντεο που υπάρχουν στο στικάκι μνήμης που έφερε πάνω του, ο αστυνομικός είπε: Στη μνήμη έχω ιδιωτικό αρχείο με φωτογραφίες. Είναι υλικό με προσωπικό περιεχόμενο και θα φανεί από την εξέταση πως δεν υπάρχει κανένα μεμπτό στοιχείο».
Από την πλευρά της, η σύντροφος του έλληνα αστυνομικού ανέφερε πως εργάζεται ως γραμματέας. Σύμφωνα με την ίδια, μετέβησαν στην Αδριανούπολη για βόλτα και διασκέδαση.
«Σκοπός της άφιξης μου στην Αδριανούπολη μαζί με τον φίλο μου, ήταν να κάνουμε βόλτα και να διασκεδάσουμε, δεν υπήρχε άλλος σκοπός. Λόγω λανθασμένης πλοήγησης φτάσαμε στα σύνορα και μέχρι που μας σταμάτησαν οι στρατιώτες δεν είδαμε κανένα σημάδι ή πινακίδα. Άλλωστε ήταν σκοτεινά. Δεν είχαμε σκοπό διάπραξης εγκλήματος».
Σύμφωνα με τουρκικά δημοσιεύματα οι δύο νέοι, που τις τελευταίες μέρες διέμεναν σε ξενοδοχείο της Αδριανούπολης, οδηγήθηκαν συνοδεία αστυνομικού οχήματος στην συνοριακή πύλη του Παζάρκουλέ. Μετά τις προβλεπόμενες διαδικασίες Βαλασούδης και Τζιάκα πέρασαν σε ελληνικό έδαφος, ακολουθούμενοι από όχημα του ελληνικού προξενείου της Αδριανούπολης. Η είσοδος στην Ελλάδα έγινε απολύτως διακριτικά και χωρίς παρουσία ελληνικών ΜΜΕ στις Καστανιές.
Από την εξέταση των δύο κινητών και του USB stick που είχε πάνω του ο Βαλασούδης, δεν προέκυψε οποιοδήποτε ενοχοποιητικό στοιχείο που θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει κατηγορία κατασκοπίας εναντίον τους. Η χρηματική ποινή που του επιβλήθηκε ήταν για είσοδο σε στρατιωτική απαγορευμένη ζώνη, αν και ο αστυνομικός υποστήριξε πως η σύλληψή τους έγινε πριν από την προειδοποιητική πινακίδα, κοντά στο χωριό Doyran απέναντι από την Ορεστιάδα.
Η ελληνική κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή παρακολούθησε στενά τις εξελίξεις, μέσω των ελληνικών διπλωματικών Αρχών σε Αδριανούπολη και Άγκυρα αλλά και με τον Γενικό Επιθεωρητή Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος, Αντιστράτηγο Κωνσταντίνος Σκούμα, που βρέθηκε στον Έβρο με εντολή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Τάκη Θεοδωρικάκου.