Με τη μοίρα της Ουκρανίας και τη δυνητικά ευρύτερη ευρωπαϊκή σταθερότητα μετά τον Ψυχρό Πόλεμο να διακυβεύεται, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία διεξάγουν κρίσιμες στρατηγικές συνομιλίες που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν το μέλλον όχι μόνο της σχέσης τους αλλά και της σχέσης μεταξύ των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ. Οι προοπτικές όμως είναι δυσοίωνες.
Αλλωστε, η κυβέρνηση Μπάιντεν εξέδωσε το Σάββατο, 8 Ιανουαρίου, νέες, δυναμικές προειδοποιήσεις προς τη Ρωσία σχετικά με τις κυρώσεις που μπορεί να αντιμετωπίσει εάν συνεχίσει να απειλεί για εισβολή στην Ουκρανία.
Αν και η αμεσότητα της απειλής μιας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία θα είναι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης σε μια σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου που θα ξεκινήσουν σήμερα Δευτέρα, στην Ελβετία, υπάρχει μια σειρά από έντονες αλλά σε μεγάλο βαθμό άσχετες διαφωνίες, που κυμαίνονται από τον έλεγχο των όπλων έως το έγκλημα στον κυβερνοχώρο και διπλωματικά ζητήματα, για να ξεπεράσουν η Ουάσιγκτον και η Μόσχα εάν θέλουν να εκτονωθούν οι εντάσεις. Και η πρόσφατη ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων στο Καζακστάν μπορεί να ρίξει τη δική της σκιά σε ολόκληρη την απόπειρα.
Με πολλά να διακυβεύονται και με προειδοποιήσεις αμφοτέρων για τρομερές συνέπειες αποτυχίας, οι δύο πλευρές έχουν πάρει θέση για μια σχεδόν άνευ προηγουμένου δραστηριότητα στην Ευρώπη αυτή την εβδομάδα. Ωστόσο, η μεγάλη απόκλιση στις αρχικές τους θέσεις προμηνύει κακό για κάθε περίπτωση ταχείας επίλυσης και τα επίπεδα δυσπιστίας εμφανίζονται υψηλότερα από οποιοδήποτε άλλο σημείο από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης.
Αμερικανοί αξιωματούχοι αποκάλυψαν το Σάββατο ορισμένες λεπτομέρειες για τη στάση της κυβέρνησης, η οποία φαίνεται να υπολείπεται πολύ των ρωσικών απαιτήσεων. Οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι ΗΠΑ είναι ανοιχτές σε συζητήσεις για τον περιορισμό πιθανών μελλοντικών αναπτύξεων επιθετικών πυραύλων στην Ουκρανία και τον περιορισμό των αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών στρατιωτικών ασκήσεων στην Ανατολική Ευρώπη, εάν η Ρωσία είναι πρόθυμη να υποχωρήσει στο θέμα της Ουκρανίας.
Αλλά είπαν επίσης ότι η Ρωσία θα πληγεί σκληρά με οικονομικές κυρώσεις εάν παρέμβει στην Ουκρανία. Εκτός από τις άμεσες κυρώσεις σε ρωσικές οντότητες, αυτές οι κυρώσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν σημαντικούς περιορισμούς σε προϊόντα που εξάγονται από τις ΗΠΑ στη Ρωσία και δυνητικά προϊόντα ξένης παραγωγής που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των ΗΠΑ.
Η Ρωσία θέλει οι συνομιλίες αρχικά να παράγουν επίσημα εγγυήσεις ασφαλείας για τον εαυτό της, με τη δέσμευση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί περαιτέρω προς τα ανατολικά και την απομάκρυνση των στρατευμάτων και των όπλων των ΗΠΑ από μέρη της Ευρώπης. Ομως, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επιμένουν ότι οποιαδήποτε ρωσική στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία θα προκαλέσει «τεράστιες συνέπειες» που θα διαταράξουν δραματικά τη ρωσική οικονομία ακόμα κι αν έχουν παγκόσμιες επιπτώσεις.
Σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τις προσπάθειες της Ρωσίας να σπείρει διχόνοια στη Δύση, η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε τα πάντα για να τονίσει ότι ούτε η Ουκρανία, ούτε η Ευρώπη γενικότερα, θα αποκλειστούν από οποιαδήποτε συζήτηση για την ασφάλεια της Ουκρανίας ή της Ευρώπης.
Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν αναφέρουν ότι κανένα θέμα δεν μπορεί να αγνοηθεί εντελώς όταν ανώτεροι Αμερικανοί και Ρώσοι διπλωμάτες καθίσουν στη Γενεύη τη Δευτέρα εν όψει των μεγαλύτερων, πιο περιεκτικών συναντήσεων στις Βρυξέλλες και τη Βιέννη την Τετάρτη και την Πέμπτη που θα διερευνήσουν αυτά τα ζητήματα ίσως σε μεγαλύτερο βάθος.
Ωστόσο, τα δόγματα «τίποτα για την Ουκρανία χωρίς Ουκρανία» και «τίποτα για την Ευρώπη χωρίς Ευρώπη» έχουν γίνει σχεδόν κλισέ στην Ουάσιγκτον τις τελευταίες εβδομάδες, και ανώτεροι αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν φτάσει στο σημείο να λένε ότι περιμένουν από τη Ρωσία να πει ψέματα για το περιεχόμενο της Δευτέρας για να προσπαθήσει να πυροδοτήσει διαιρέσεις.
Οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να συζητήσουν ορισμένες, περιορισμένες πτυχές της στάσης τους για την ευρωπαϊκή ασφάλεια σε αυτές τις συνομιλίες, αλλά καμία απόφαση δεν θα ληφθεί χωρίς τη συγκατάθεση της Ουκρανίας ή του ΝΑΤΟ.