Δεν συγκέντρωσε στην ψηφοφορία στη Βουλή την ειδική πλειοψηφία των 200 «ναι», που απαιτούνται για να ισχύσει αλλαγή στην εκλογική νομοθεσία, το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών για την ψήφο των αποδήμων.
Σε σύνολο 213 βουλευτών, 190 βουλευτές από ΝΔ, ΚΙΝΑΛ και Ελληνική Λύση έδωσαν θετική ψήφο στο νομοσχέδιο, 23 το καταψήφισαν, ενώ στην ψηφοφορία δεν συμμετείχε ο ΣΥΡΙΖΑ, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επιστολική ψήφο.
Με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση επιδίωκε την άρση των περιορισμών, όπως προκύπτει και από τον τίτλο του σχεδίου νόμου («Άρση περιορισμών για την εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων εξωτερικού»), επικαλούμενη την ισότιμη συμμετοχή των Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό στην εκλογική διαδικασία.
Οι Έλληνες που κατοικούν στο εξωτερικό μπορούν να ψηφίσουν από τον τόπο κατοικίας τους σύμφωνα με την ήδη ισχύουσα νομοθεσία, αλλά θα πρέπει να ισχύουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις (να έχουν διετή παραμονή στη χώρα την τελευταία 35ετία και να έχουν υποβάλει φορολογική δήλωση μέσα στην τελευταία διετία).
Μητσοτάκης: Μια μεγάλη ευκαιρία χάθηκε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ πρόταξε το κομματικό συμφέρον
Η καταψήφιση του νομοσχεδίου της κυβέρνησης για την άρση των περιορισμών στην ψήφο των αποδήμων έφερε την απογοήτευση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος με αποκλειστική δήλωσή του στην ομογενειακή εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας» έκανε λόγο για «μικρόψυχο κομματικό συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ», που οδήγησε στη συγκεκριμένη εξέλιξη.
«Σήμερα, δυστυχώς η χώρα έχασε την ευκαιρία να αποδώσει στους Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό το δικαίωμα να ψηφίζουν ανεμπόδιστα στις εθνικές εκλογές από τον τόπο παραμονής τους. Το μικρόψυχο κομματικό συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε βέτο στην πρόθεση της κυβέρνησης να άρει κάθε περιορισμό στη συμμετοχή των εκτός συνόρων συμπολιτών μας στην εκλογική διαδικασία. Και έτσι και πάλι, η κοντόθωρη παραταξιακή αντίληψη υπονόμευσε μία εθνική αναγκαιότητα», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και συνέχισε:
«Είναι γνωστό ότι με πρωτοβουλία της Νέας Δημοκρατίας, είχε ήδη γίνει ένα σοβαρό βήμα: Προ 15 μηνών, για πρώτη φορά στην ιστορία, όλα τα κόμματα της Βουλής συμφώνησαν να διευκολυνθούν, επιτέλους, οι απόδημοι να ψηφίζουν από όπου βρίσκονται. Για να υπάρξει, όμως, συναπόφαση όλων των δυνάμεων, η κυβέρνηση δέχτηκε, τότε, να τεθούν οι προϋποθέσεις της διετούς παραμονής στην Ελλάδα τα τελευταία 35 χρόνια και οι άνω των 30 ετών να είναι φορολογικά ενήμεροι. Η κυβέρνηση δεν προέταξε κανέναν όρο. Αυτοί ήταν απαίτηση της αντιπολίτευσης Υποχώρησε, όμως, στο όνομα της συναίνεσης για τον υπέρτερο σκοπό».
Ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπάτησε τους απόδημους Έλληνες, υπαναχωρώντας και εν τέλει καταψηφίζοντας το επίμαχο νομοσχέδιο:
«Ελπίζοντας, λοιπόν, ότι θα μπορούσε να ολοκληρωθεί η εθνική πρωτοβουλία, η κυβέρνηση κατέθεσε νέο νόμο για την απόλυτα ελεύθερη ψήφο των εκτός επικράτειας συμπατριωτών μας, που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Με την προσδοκία ότι θα ψηφιζόταν κι αυτός από τα 2/3 των βουλευτών, ώστε να ισχύσει αμέσως. Αλίμονο, όμως.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είπε ξανά ψέματα, προσβάλλοντας όλους τους Έλληνες και πρώτα απ’ όλους όσους ζουν μακριά απ’ την πατρίδα: Αυτούς που μόχθησαν και πρόκοψαν με τη σκέψη σ’ αυτήν. Τους επιστήμονες και τους επιχειρηματίες που την τιμούν στο εξωτερικό. Εκείνους που έφυγαν στα χρόνια της κρίσης. Αλλά και τους φοιτητές μας που σπουδάζουν για να επιστρέψουν. Όλους εκείνους, δηλαδή, που ανήκουν στη χώρα. Γι’ αυτό και τους ανήκει το δικαίωμα να έχουν λόγο γι’ αυτήν. Υπαναχωρώντας από όσα έλεγε, η αξιωματική αντιπολίτευση καταψήφισε, σήμερα, την άρση των περιορισμών. Αυτήν που ζητούσαν εξαρχής και επίμονα οι απόδημοι. Έγινε έτσι ξανά η θλιβερή εξαίρεση στην εθνική συστράτευση την οποία εισηγήθηκε μεν η κυβέρνηση, αλλά συμμερίστηκαν τόσο το ΚΙΝΑΛ όσο και η Ελληνική Λύση. Με άλλα λόγια, απέδειξε ότι αδυνατεί να υπερβεί τους μίζερους μικροϋπολογισμούς του. Ότι δεν αντέχει τις συναινέσεις και τις ενωτικές συμφωνίες. Και ότι είναι η μόνη παράταξη στον τόπο που μετατρέπει σε χαμένες ευκαιρίες τις ιδανικές συγκυρίες. Δεν αιφνιδιάζομαι, αλλά λυπάμαι για την εξέλιξη.»
Τέλος, ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι το βασικό ζητούμενο είναι η πλήρης εφαρμογή του υφιστάμενου νόμου: «Τώρα, ο αγώνας στρέφεται στην πλήρη εφαρμογή του υφιστάμενου νόμου, εξαντλώντας τις πολλές δυνατότητες που προσφέρει. Η κυβέρνηση θα κάνει το παν για την αξιοποίηση και τη διεύρυνσή τους. Ζητά, όμως, και την ανάλογη κινητοποίηση των συμπατριωτών μας του εξωτερικού. ́Ώστε ο τολμηρός δρόμος που άνοιξε και κάποιοι θέλησαν να υπονομεύσουν, να μετατραπεί, τελικά, σε μεγάλη εθνική λεωφόρο.»
Τι αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ
«Ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει την προσπάθεια παραπληροφόρησης από πλευράς της Νέας Δημοκρατίας, παρά το ναυάγιο του νομοσχεδίου της, λίγες ώρες πριν στην Ολομέλεια της Βουλής», σχολίασε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Νάσος Ηλιόπουλος, αναφορικά με την ψήφο των αποδήμων.
Και διευκρίνισε ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, να ψηφίζουν χωρίς περιορισμό όλοι οι απόδημοι, «αλλά με σταθμισμένη ψήφο, κατά το γαλλικό, ιταλικό και πορτογαλικό μοντέλο «κλειστής εκπροσώπησης», είχε χαρακτηριστεί από την Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το 2017, με εισηγητή τον Γ. Γεραπετρίτη, ως «βέλτιστη πρακτική, η οποία απαμβλύνει τις συνέπειες της μαζικότητας της συμμετοχής των εκτός Επικρατείας στις εθνικές εκλογές, αναγνωρίζοντας στους τελευταίους δικαίωμα εκπροσώπησης μέσω προκαθορισμένου αριθμού βουλευτών»».
Παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της ΝΔ, τόνισε ο κ. Ηλιόπουλος, «είναι η μόνη θεσμική λύση, που ακολουθείται από χώρες που έχουν σημαντική διασπορά, όπως η δική μας».
Και προσέθεσε ότι την ίδια πρόταση είχε υποστηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ και στην αναθεώρηση του 2019, «όπου, αντίθετα», όπως είπε, «η Νέα Δημοκρατία υπερψήφισε, στο πλαίσιο του άρθρου 54 παρ. 4, τους περιορισμούς τους οποίους τώρα υποκριτικά καταδικάζει ο πρωθυπουργός», ενώ την ίδια πρόταση κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ ως τροπολογία και κατά την πρόσφατη συζήτηση.
«Ψέματα επομένως λέει ο κ. Μητσοτάκης, όχι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ», υπογράμμισε ο κ. Ηλιόπουλος, διευκρινίζοντας ότι το κόμμα του είχε την ίδια στάση ανέκαθεν. «Αποδεχθήκαμε ως αναγκαίο συμβιβασμό την ενδιάμεση πρόταση του ΚΚΕ, η οποία, ναι μεν δεν αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, βέλτιστη πρακτική, αλλά αποτελεί εναλλακτικό ευρωπαϊκό μοντέλο», προσέθεσε.
Και κατέληξε πως οι Έλληνες, τόσο του εξωτερικού, όσο και του εσωτερικού, «δεν ξεγελιούνται από το υποκριτικό ενδιαφέρον και τις ψευδολογίες του κ. Μητσοτάκη».