Με στόχο τα σημαντικά οικονομικά, γεωπολιτικά και εθνικά οφέλη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ανακοινώσει τον τρόπο που πρόκειται να ενθαρρύνει και να προσελκύσει διεθνείς επενδύσεις στη χώρα στον τομέα των υδρογονανθράκων. Σήμερα θα παρουσιάσει ένα συνεκτικό σχέδιο με στόχο να διευκολύνει την έρευνα και την εξόρυξη των κοιτασμάτων και να προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον.
Οι ανακοινώσεις για το εθνικό σχέδιο για τα κοιτάσματα θα γίνουν σήμερα από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στα γραφεία της ΔΕΠΑ Διεθνών Εργων. Τον κ. Μητσοτάκη θα πλαισιώνουν ο υπουργός ΠΕΝ Κ. Σκρέκας, η γεν. γραμματέας Ενέργειας Αλ. Σδούκου, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΔΕΥ Αρ. Στεφάτος και ο διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΠΕ Α. Σιάμισιης.
Το εθνικό σχέδιο, αναφέρουν πληροφορίες, περιλαμβάνει τη σύσταση μίας ενιαίας εταιρείας που θα δημιουργηθεί με την απορρόφηση της ΔΕΠΑ Διεθνών Έργων από την ΕΔΕΥ. Στη νέα εταιρεία θα ανήκουν τα δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων και οι συμμετοχές της ΔΕΠΑ Διεθνών Έργων στις κοινοπραξίες με ξένες εταιρείες για τους διεθνείς αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου, δηλαδή στον ελληνοβουλγαρικό αγωγό (IGB), στον EastMed και στον ελληνοιταλικό (IGI) στα οποία εταίρος είναι η Edison.
Υπενθυμίζεται ότι η ΔΕΠΑ Διεθνών Εργων προέκυψε μετά τη διάσπαση της ΔΕΠΑ σε τρεις εταιρείες (οι άλλες είναι οι ΔΕΠΑ Εμπορίας και ΔΕΠΑ Υποδομών) στο πλαίσιο του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Επίσης, αναμένεται να γίνουν σημαντικές τροποποιήσεις της αδειοδοτικής νομοθεσίας για τα ερευνητικά προγράμματα των επενδυτών, που θα αποσκοπούν στην ταχύτερη περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Επιταχυντής εξελίξεων ο πόλεμος στην Ουκρανία
Η ενεργειακή ασφάλεια και η ανάγκη για μείωση των εισαγωγών και αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας έγινε επιτακτική ανάγκη μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία
Οι πρόσφατοι υπολογισμοί του ΟΟΣΑ, όπως αναφέρονται στην έκθεση του ΙΕΝΕ, εκτιμούν ότι στην περίπτωση μείωσης των εισαγομένων ενεργειακών εισροών από τη Ρωσία κατά 20%, η ακαθάριστη παραγωγή στις 22 χώρες της ΕΕ που είναι μέλη του ΟΟΣΑ θα μειωνόταν πάνω από 1 ποσοστιαία μονάδα, αλλά στην Ελλάδα η μείωση θα ήταν υπερδιπλάσια, 2,4%. Σε περίπτωση πλήρους διακοπής των ρωσικών εισαγωγών ενέργειας, η Ελλάδα, λόγω της υψηλής ενεργειακής της εξάρτησης σε συνδυασμό με την διάρθρωση της οικονομίας της, θα είχε τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση στην ανάπτυξη μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Η Ελλάδα βασίζεται πλήρως σε εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου και σε σημαντικό βαθμό από τις εισαγωγές της Ρωσίας, γεγονός που δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα στην ασφάλεια εφοδιασμού. Τυχόν ανακαλύψεις εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων θα περιορίσουν δραστικά τις ανωτέρω αδυναμίες.
Ταυτόχρονα το πρόσφατο ράλι τιμών στο φυσικό αέριο που θα συμμετέχει σε ποσοστό περισσότερο από 50% στο ενεργειακό μίγμα της χώρας μας, όπως και παγκοσμίως, για πολλές ανέδειξε τη σημασία αξιοποίησης του εγχώριου πλούτου.
Το φυσικό αέριο θα αποτελεί το «μεταβατικό καύσιμο» προς ένα πράσινο μέλλον, για τις επόμενες δεκαετίες, ενώ από αυτό εξαρτάται η ηλεκτροπαραγωγή. Ταυτόχρονα ο πλήρης εξηλεκτρισμός του ενεργειακού συστήματος θα απαιτήσει μερικές δεκαετίες και όχι λίγα χρόνια. Όπως επισημαίνεται και στη σχετική έκθεση του ΙΕΝΕ, είναι ξεκάθαρο πως τα ορυκτά καύσιμα δεν πρόκειται να υποκατασταθούν πλήρως, τουλάχιστον μέχρι το 2050, από άλλες πηγές ενέργειας όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και το πράσινο υδρογόνο, και οι ΑΠΕ θα δράσουν συμπληρωματικά ως προς τα ορυκτά καύσιμα. Σε παγκόσμιο επίπεδο τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να έχουν κυρίαρχη θέση εκπροσωπώντας το 82% της παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο καλύπτουν το 70% και αυτό παρά το 1,5 τρισ. ευρώ που έχει επενδυθεί στην Ευρώπη τα τελευταία 10 χρόνια σε έργα ΑΠΕ και σε έργα βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας.
Τα οφέλη για τη χώρα
Η έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων στον χερσαίο και θαλάσσιο ελλαδικό χώρο, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ, καθίσταται επομένως απόλυτη προτεραιότητα τόσο για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, όσο και για την ενεργειακή μας απεξάρτηση, την ασφάλεια εφοδιασμού του ενεργειακού μας συστήματος και την ομαλή μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας με όρους οικονομικής ανάπτυξης, περιβαλλοντικής μέριμνας και κοινωνικής συνοχής μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας και στήριξης του κοινωνικού κράτους
Σύμφωνα με το ΙΕΝΕ, εκτιμώντας ότι η ζήτηση φυσικού αερίου στην Ελλάδα μπορεί να φτάσει τα 10 δισ. κυβικά μέτρα μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια (καθότι έφτασε τα 7,0 δισ. κυβικά μέτρα το 2021), η Ελλάδα έχει κάθε λόγο και ισχυρό οικονομικό κίνητρο μείωσης των εισαγωγών και αντικατάστασής τους με εγχώρια παραγόμενο φυσικό αέριο.
Η αυξημένη ενεργειακή εξάρτηση να έχει αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στα δημόσια οικονομικά, αφού επηρεάζει άμεσα τόσο το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, όπου μέχρι πρότινος οι εισαγωγές υδρογονανθράκων ήταν υπεύθυνες για το 50% του ελλειμματικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών.
Η δε προσέλκυση διεθνών εταιρειών έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων και η δραστηριοποίησή τους στον ελλαδικό χώρο εκτιμάται ότι θα δράσουν ενισχυτικά σε γεωστρατηγικό επίπεδο.
Πηγή:imerisia.gr