Η πολιτική της θητείας Τραμπ απέναντι στην Ρωσία χαρακτηρίσθηκε από τον ολοφάνερο θαυμασμό του αμερικανού προέδρου για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τις κατά παραβίαση κάθε πρωτοκόλλου επαφές του με τον πρόεδρο της Ρωσίας και όλα αυτά σε μία ατμόσφαιρα κακοκρυμμένης συνενοχής κορυφής.
Η θητεία του Τζο Μπάιντεν αφήνει οριστικά πίσω αυτήν την ειδυλλιακή ατμόσφαιρα και ξεκινά σε ριζικά διαφορετικούς τόνους.
«Είπα ξεκάθαρα στον πρόεδρο Πούτιν, με τρόπο πολύ διαφορετικό από τον προκάτοχό μου, ότι ο καιρός οι ΗΠΑ υποχωρούσαν μπροστά στις επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας … έχει παρέλθει», δήλωσε ο αμερικανός πρόεδρος κατά την πρώτη του ομιλία με θέμα της εξωτερική πολιτική που εκφώνησε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Ο Τζο Μπάιντεν θέλησε να τονίσει την αντίθεση σε σχέση με την στάση του προκατόχου για να αμβλύνει τις αναμνήσεις από την ανάρμοστη στάση της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στον ισχυρό άνδρα του Κρεμλίνου που εξόργισε την αμερικανική πολιτική τάξη, ακόμη και πολλούς Ρεπουμπλικανούς.
Η Ουάσινγκτον υπό τον Τζο Μπάιντεν υπέγραψε την επέκταση της συνθήκης New Start για τον έλεγχο των στρατηγικών όπλων, της «τελευταίας συνθήκης ανάμεσα στις δύο χώρες» και στο όνομα της «πυρηνικής σταθερότητας», αλλά ο αμερικανός πρόεδρος δεν μάσησε τα λόγια του απέναντι στο Κρεμλίνο.
«Οι ΗΠΑ πρέπει να είναι στο ραντεβού απέναντι στην προώθηση του αυταρχισμού», είπε ο Τζο Μπάιντεν αναφερόμενος «στην πρόθεση της Ρωσίας να αποδυναμώσει την δημοκρατίας μας».
Αναφερόμενος στην ανάμειξη της Μόσχας στις αμερικανικές εκλογές, στις κυβερνοεπιθέσεις και στους δηλητηριασμούς των πολιτών της, δεν ανακοίνωσε συγκεκριμένα μέτρα, αλλά προχώρησε σε σειρά προειδοποιήσεων.
«Δεν θα διστάσουμε να κάνουμε την Ρωσία να πληρώσει υψηλό τίμημα και να υπερασπισθούμε τα συμφέροντά μας», είπε.
«Και θα είμαστε πιο αποτελεσματικοί απέναντι στην Ρωσία αν συνεργασθούμε σε σύμπραξη με τους εταίρους μας», πρόσθεσε.
Συνάντηση ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Βλαντίμιρ Πούτιν δεν φαίνεται προς το παρόν στον ορίζοντα.
Θα συνεργαστεί με την Κίνα “όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της Αμερικής”
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δεσμεύτηκε ότι θα αντιταχθεί στον «απολυταρχισμό» της Κίνας και της Ρωσίας, επισημαίνοντας για άλλη μια φορά ότι σκοπεύει να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική απέναντι στη Μόσχα σε σύγκριση με τον προκάτοχό του στο αξίωμα.
Οι ΗΠΑ «πρέπει να είναι παρούσες στο ραντεβού, απέναντι στην άνοδο του απολυταρχισμού, ιδίως απέναντι στις εντεινόμενες φιλοδοξίες της Κίνας και την πρόθεση της Ρωσίας να αποδυναμώσει τη δημοκρατία μας», είπε ο Δημοκρατικός πρόεδρος, στην ομιλία του για την εξωτερική πολιτική.
«Είπα με σαφήνεια στον πρόεδρο (της Ρωσίας, Βλαντίμιρ) Πούτιν, με πολύ διαφορετικό τρόπο από τον προκάτοχό μου, ότι ο καιρός κατά τον οποίο οι ΗΠΑ υποχωρούσαν απέναντι στις επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας (…) έχει παρέλθει», πρόσθεσε.
Στην ομιλία του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Μπάιντεν χαρακτήρισε την Κίνα «τον πιο σοβαρό ανταγωνιστή» των ΗΠΑ, τονίζοντας όμως ότι είναι έτοιμος να συνεργαστεί με το Πεκίνο, εφόσον κάτι τέτοιο είναι προς το συμφέρον της Ουάσινγκτον. «Θα αντιμετωπίσουμε (…) ευθέως τις προκλήσεις που θέτει για την ευημερία μας, την ασφάλεια και τις δημοκρατικές αξίες ο σοβαρότερος ανταγωνιστής μας, η Κίνα. Θα αντιμετωπίσουμε τις οικονομικές καταχρήσεις της Κίνας (…) τις επιθέσεις της στα ανθρώπινα δικαιώματα, την πνευματική ιδιοκτησία και την παγκόσμια διακυβέρνηση. Αλλά είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε με το Πεκίνο, όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της Αμερικής», είπε κατά την πρώτη του επίσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών.
Ο Μπάιντεν είπε επίσης ότι ο πόλεμος στην Υεμένη «πρέπει να τελειώσει» και για τον λόγο αυτό οι ΗΠΑ σταματούν να στηρίζουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις επί του εδάφους. Ταυτόχρονα όμως, θα εξακολουθήσουν να στηρίζουν και να βοηθούν τη Σαουδική Αραβία να υπερασπιστεί την εθνική της κυριαρχία και τα εδάφη της.
Ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε εξάλλου ότι, με διάταγμα που θα υπογράψει σύντομα, θα αποκαταστήσει το πρόγραμμα υποδοχής προσφύγων στις ΗΠΑ. Όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά, θα οκταπλασιαστεί ο αριθμός των προσφύγων που θα γίνονται δεκτοί στη χώρα, σε ετήσια βάση, από τους 15.000 που είναι σήμερα, στους 125.000.
Αναφερόμενος στο πραξικόπημα στη Μιανμάρ, ο Μπάιντεν κάλεσε τον στρατό να παραδώσει την εξουσία στους πολιτικούς και να αφήσει ελεύθερους τους ακτιβιστές και τους αξιωματούχους που έχουν συλληφθεί. Πρόσθεσε ότι δεν θα πρέπει ποτέ να χρησιμοποιείται βία για να διαγραφεί το αποτέλεσμα μιας αξιόπιστης εκλογικής διαδικασίας.